ΣΕΙΣΜΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
Το αρχιτεκτονικό κτηριακό απόθεμα έχει αποδείξει, ότι το μοντέλο δόμησης πηλού και ξύλου, όπως εξειδικεύτηκε διαχρονικά στην ελληνική παραδοσιακή κατασκευή, με φέρουσες πλινθοδομές δεμένες με οριζόντια ξύλινα διαζώματα, είναι εξαιρετικά ανθεκτικό στο χρόνο. Έχει μεγάλη ευελιξία εφαρμογών, που ανάλογα με τις απαιτήσεις της κάθε κατασκευής μπορεί να δώσει ικανοποιητικές λύσεις σε ποικίλα προβλήματα
Στον προηγούμενο αιώνα, σε περιοχές πλινθόκτιστων κατασκευών, έχουν σημειωθεί τρεις μεγάλοι σεισμοί:
- στις 18 Φεβρουαρίου 1911, έντασης 6,7 ρίχτερ, στην Οχρίδα Αλβανίας, 40 χιλιόμετρα από την περιοχή των Πρεσπών,
- στις 30 Απριλίου 1954, έντασης 7,0 ρίχτερ, στην περιοχή των Σοφάδων Καρδίτσας,
- στις 20 Ιουνίου 1978, έντασης 6,5 ρίχτερ, στο Στίβο Θεσσαλονίκης.
Η γενικότερη αντίληψη των κατοίκων των περιοχών αυτών είναι ότι τα πλινθόκτιστα κτήρια, που είχαν κατασκευαστεί με διαζωματική ενίσχυση ζωναριών, είχαν ικανοποιητική συμπεριφορά και μάλιστα, σε ορισμένες περιπτώσεις επέδειξαν και μεγαλύτερη αντοχή από τις λιθόκτιστες κατασκευές, εξαιτίας της ελαστικότερης συμπεριφοράς τους.
Όπως χαρακτηριστικά διατυπώνεται στην περιοχή της Καρδίτσας, τα πλινθόκτιστα κτήρια «λαστιχάρουν». Αυτό οδήγησε και στη παραλλαγή του γνωμικού της προστασίας από τη βροχή ως εξής:
«Προστάτεψέ με από τη βροχή, να σε προστατέψω από το σεισμό».
Η απουσία κανονισμών, αλλά και η υποτίμηση της δυνατότητας στατικής αποκατάστασης των πλινθόκτιστων κατασκευών μετά από σεισμούς, οδήγησε στο φαινόμενο, της μαζικής κατεδάφισής τους. Ακόμη και όταν, κυρίως για οικονομικούς λόγους, γινόταν προσπάθεια για τη βελτίωση της σεισμικής τους συμπεριφοράς, η επιλογή άστοχων μεθόδων και η χρήση ευτελών υλικών που προωθούσε η ντόπια αγορά, δεν επέφεραν ουσιαστικές βελτιώσεις.
Μέχρι σήμερα δεν υπάρχει καμία θεσμοθετημένη μέθοδος αντισεισμικού υπολογισμού και διαστασιολόγησης για την αξιολόγηση των υπαρχόντων κατασκευών από πηλό ή για το σχεδιασμό νέων.