Η πριστή ξυλεία και τα ξυλόφυλλα παρουσιάζουν συνήθως, μετά την παραγωγή τους, μεγάλο ποσοστό υγρασίας. Είναι υγρασία εσωτερική που οφείλεται στους χυμούς που παραμένουν στους ιστούς της κομμένης και επεξεργασμένης ξυλείας. Η διατήρηση της υγρασίας, πάνω από ορισμένο χρονικό όριο, χωρίς αερισμό, ευνοεί την προσβολή από μύκητες. Η απότομη απομάκρυνση της υγρασίας προκαλεί ελαττώματα, που οφείλονται στην ιδιότητα του ξύλου να ρικνώνεται και να διογκώνεται. Και στις δύο περιπτώσεις τα προϊόντα ξύλου υποβαθμίζονται ποιοτικά ή αχρηστεύονται.
Για τους λόγους αυτούς, επιβάλλεται κατάλληλη ξήρανση, που μπορεί να είναι φυσική ή τεχνητή.
Η φυσική ξήρανση είναι προτιμότερη. Είναι ομαλή και έχει καλύτερα αποτελέσματα στην ποιότητα, τις αντοχές και το χρόνο ζωής των προϊόντων. Απαιτεί όμως δέσμευση προστατευμένων χώρων, σχετικά ελεγχόμενων συνθηκών θερμοκρασίας και υγρασίας, για μεγάλο χρονικό διάστημα και γιαυτό έχει εγκαταλειφθεί, ως ασύμφορη.
Η τεχνητή ξήρανση είναι άμεση. Είναι σχετικά βίαιη διαδικασία, που υποβαθμίζει άδηλα τις φυσικές ιδιότητες της ξυλείας, γιατί αφαιρεί απότομα χυμούς από μέρος των ιστών της. Παρόλο που απαιτεί ειδικές εγκαταστάσεις τεχνητού κλίματος (ξηραντήρια), δηλαδή θαλάμους μέσα στους οποίους ελέγχονται θερμοκρασία, σχετική υγρασία και κυκλοφορία του αέρα, συμφέρει περισσότερο τους παραγωγούς και την αγορά και γιαυτό έχει επικρατήσει.